«Η αυτοθυσία του πολεμιστή είναι ένας σταυρός πιο βαρύς από εκείνον του μάρτυρα. Πρέπει να τον έχεις σηκώσει για να αντιληφθείς τη μεγαλωσύνη και το βάρος…Θα πρέπει η θυσία να είναι το πιο ωραίο πράγμα της γης, αφού υπάρχει τόση ομορφιά στους απλούς ανθρώπους οι οποίοι, συχνά, δεν έχουν ιδέα για την αξία τους και το μυστικό της ζωής τους».
Η αναζήτηση, η αμφιβολία, η σοφιστεία είναι σφραγίδες του καιρού μας. Αναπτύσσονται εύκολα, λόγια ανώδυνα και εν πολλοίς ασφαλή για αυτόν που τα εκστομίζει. Είναι δε και γοητευτικά για όποιον τα ακούει ή τα διαβάζει. Κάνουν τον παραλήπτη να αισθάνεται διαφορετικός, κάτοχος γνώσεων που οι πολλοί αγνοούν, διερμηνέα κι αυτού του μυστικού της ζωής, υλικής ή πνευματικής, που μπορεί να προσφέρει την απόλυτη γνώση κι ευτυχία. Το «εγώ» αναπτύσσεται τάχιστα. Η γητειά της κολακείας άλλωστε, είναι αυτή που έδιωξε τον άνθρωπο από τον πατρικό παράδεισο.
Κάποτε όμως έρχεται για κάποιους η ευλογημένη ώρα. Η ώρα που δέχεται κανείς αυτό που είναι. Τίποτε λιγότερο ή περισσότερο. Γνώστης όχι της κάθε αλήθειας που ανέτειλε στον κόσμο, που συζητήθηκε ή γράφτηκε ποτέ, αλλά της δικής του αυθεντικής αλήθειας. Η παραδοχή της απλής, θεμελιώδους κατάστασης ενός εκάστου είναι γεγονός πολύ προσωπικό κι ίσως δραματικό, μα πάντως κεφαλαιώδες για την εξέλιξη της προσωπικότητας και την πορεία στην ωριμότητα και την ολοκλήρωση.
Σε ατελεύτητες ερήμους, ταραγμένα πελάγη και τρομακτικά δάση καθείς περιπλανάται και αναζητά τη χαρά, τις ηδονές ή την απόλυτη ηδονή της στέρησής τους, την πηγή της γνώσης, την κρύπτη του προσωπικού του Γκράαλ. Από λασπώδεις λάκκους σκύβει να σβήσει τη δίψα του. Οδοιπόρος ως τον επόμενο ξερόλακκο που γρήγορα στερεύει. Περιπλανώμενος και πένητας μέχρις ότου αντιληφθεί πως ταξίδι και Ιθάκη βρίσκονταν όλο τον καιρό μαζί, πότε ένας εμπρός, πότε ο άλλος. Πως η πηγή ανάβλυζε γάργαρη στον κήπο του σπιτιού του, και το μόνο που έμενε να κάνει ήταν να την καταδεχθεί.
Είναι δύσκολη η εκμάθηση της υποταγής. Τύχαμε και ζούμε σε εποχές που κανακεύουν και ξεμυαλίζουν το «εγώ» και αποκλείουν ως ανοησία την υπηρεσία στο «εμείς».
Η Φυλή, η ράτσα, το ευρύτερο «εμείς» που συνιστά τον πλούτο της υλικής και πνευματικής ύπαρξης, σβήνεται δογματικά από αυτούς που δημοκράτες όντες δήθεν, περιφρονούν τον ίδιο το λαό που ξεδιάντροπα πατρονάρουν. Γι’ αυτούς, ο στρατιώτης είναι ο κιμάς στη μηχανή του πολέμου. Για μας, ο απόλυτος ήρως.Για μας, η χωριάτισσα μάνα που έδωσε τα σπλάχνα της για την ελευθερία μας, κλίμακες ανώτερη απ’ την αστή επαναστάτρια των σαλονιών, κι ο αγρότης με τα ματωμένα χέρια, απ’ τον κασμά και το όπλο σημαντικότερος απ’ τον θρασύδειλο κομματικό υπάλληλο.
Αδιαπραγμάτευτη για μας η απλή σοφία του λαού που βάζει πριν και πάνω απ’ όλα αυτό που ο αριβισμός και η απληστία των καιρών θεωρεί βλακεία: την υπερηφάνεια, την αξιοπρέπεια, το «κούτελο», τη λεβεντιά. Ευτυχής αυτός που αποδέχτηκε τον τίτλο τιμής του στρατιώτη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου