Παρασκευή 20 Ιουλίου 2012

Ο Γλάρος Ιωνάθαν Μέρος 3ο




ωνάθαν πετοσε ργ σ κύκλους πάνω π᾿τος Πέρα Βράχους, παρακολουθώντας. Ατς κάπως ζόρικος νέος, Φλέτσερ Γλάρος, ταννας σχεδν τέλειος πτάμενος μαθητής. τανδυνατς κα λαφρς κα γρήγορος στν ἀέρα,εχε μως κα κάτι πολ πι σημαντικό: τνφλογερ διάθεση ν μάθει ν πετάει.Τούτη τ στιγμ κατέφθανε να προσδιόριστοσταχτ σχμα πού βγαινε βουίζοντας π μικατάδυση, κα προσπερνοσε σν στραπ τνκπαιδευτή του μ ταχύτητα κατν πενήνταμίλια τν ρα. στριψε πότομα πρς τ πάνω δοκιμάζοντας λλη μι φορ τν νοδικ πτήσημ δεκαέξη ργς περιστροφές, φωνάζοντας τοςριθμος δυνατά:«.. . κτώ.. . ννέα... δέκα... κοίτα ωνάθαν χάνωταχύτητα... ντεκα... θέλω να καλ πότομοσταμάτημα σν τ δικό σου... δώδεκα... ν πάρει ργ δν τ καταφέρνω... δεκατρία... ατο οτρες τελευταοι πόντοι... δίχως... δεκατσσερ...αχ!». στροφ το Φλέτσερ δίχως ταχύτητα, στνκορφή, γινόταν κόμα χειρότερη π᾿ τ θυμό τουκα τ μανία του γι τν ποτυχία. πεσε πισώπλατα, κουτρουβάλησε, τσακίστηκε γριασ μίαν νάποδη περιστροφ κα ξαναβρκε τ αυτό του λαχανιασμένος, κατ πόδια πιχαμηλ π᾿ τ θέση το κπαιδευτή του.«Χάνεις τν καιρό σου μαζί μου, ωνάθαν. Εμαιχαζός! Εμαι βλάκας! Δοκιμάζω καὶ ξαναδοκιμάζω, λλ δν θ τ καταφέρω ποτέ!». ωνάθαν Γλάρος τν κοίταξε π ψηλ καὶ κούνησε τ κεφάλι του. «Νά σαι βέβαιος! Δ θὰ τ καταφέρεις ποτ ταν κόβεις τόσο πότομαχασες σαράντα μίλια στ ξεκίνημα, Φλέτς!
Πρέπει ν πηγαίνεις μαλακά! Σταθερ λλὰ μαλακά, μ τ ξεχνς!»φέθηκε ν πέσει στ ψος το νεώτερου γλάρου. «ς τ δοκιμάσουμε τώρα μαζί, σὲ σχηματισμό. Κα πρόσεξε τὴ στροφ πρς τὰ πάνω. Ν τν ρχίσεις μαλακά, μ νεση». Σ
τρες μνες ωνάθαν εχε λλους ξη μαθητέςλοι τους πόβλητοι, λλ κα γεμάτοι περιέργεια γι᾿ ατν τν παράξενη καινούργια δέα: πτήση γι τ χαρ τς πτήσηςΚι στόσοτος ταν πι εκολο ν σκονται σ δύσκολες πιδόσεις παρ ν καταλαβαίνουν τ σκοπ πο κρυβόταν πίσω π τ πέταγμα.
« καθένας μας εναι, στ᾿ λήθεια, μι δέα τοῦ Μεγάλου Γλάρου, μι περιόριστη δέα λευτερις», τος λεγε ωνάθαν, τ᾿ πογεύματα στν παραλία «κα πτήση μὲ πόλυτη κρίβεια εναι να βμα γι νὰ πλησιάσουμε τν κφραση τς πραγματικς μας φύσης. Κάθε τί πο μς περιορίζει πρέπει ν τὸ ποβάλουμε. Κι᾿ ατς εναι λόγος γι τν ποο ο σκήσεις σ μεγάλη ταχύτητα, σ μικρὴ ταχύτητα, κα ο κροβασίες...»... Κα τος μαθητές του τος παιρνε πνος,ποκαμωμένοι καθς ταν π᾿ τς πτήσεις τς μέρας. γαποσαν τν σκηση, γιατί εχε
ταχύτητα κα γωνία κα γιατί τρεφε τν πενα τους γι μάθηση πο φούντωνε στ κάθε μάθημα. Οτε νας μως, οτε κν Φλέτσερ Λντ Γλάρος, δν φτασε στ σημεο ν πιστέψει
πς τ πέταγμα μ τς δέες μποροσε ν εναι τόσο πραγματικ σο τ πέταγμα μ τ φτερκα μ τν νεμο«λο σας τ σμα, π τν κρη τς μις φτερούγας σας στν λλη», τος λεγε λλοτε πάλι ωνάθαν, «δν εναι παρ δια σας ἡ σκέψη, σ᾿ να σχμα πο σς εναι ρατόΣπάστε τ δεσμ τς σκέψης σας, κα τότεταυτόχρονα, θ σπάσετε τ δεσμ το σώματος
σας...». πως μως κι᾿ ν τό λεγε, κουγόταν πάντα σν κάτι εχάριστα φανταστικό, κα τος χρειάζονταν κι᾿ λλα τέτοια γι ν᾿ ποκοιμηθοννα μνα μόλις ργότερα ωνάθαν επε πς
εχε ρθει στιγμ ν γυρίσουν στ Σμνος«Δν εμαστε τοιμοι!» επε ρρίκος Καλβνος Γλάρος. Κα δν θ μς δεχτον! Εμαστε πόβλητοι! Δν μπορομε ν πμε μ τ ζόρι σ᾿ ναν τόπο που δ μς θέλουν, δ γίνεται!»«Εμαστε λεύτεροι ν πμε που μς ρέσει καὶ ν μείνουμε ατ πο εμαστε», πάντησε ὁ ωνάθαν κι᾿ νασηκώθηκε π᾿ τν μμο καὶ στράφηκε νατολικά, πρς τν πατρικ γ τοῦ ΣμήνουςΟ μαθητς στάθηκαν γι λίγο τρομαγμένοιγιατί Νόμος το Σμήνους ρίζει πς νας πόβλητος ποτ δν πιστρέφει. Κι᾿ Νόμος δν παραβιάστηκε οτε μι φορ σ δέκα χιλιάδες χρόνια. Νόμος λεγε μενε· ωνάθαν λεγε πήγαινε· κι᾿ εχε κιόλας διασχίσει να μίλι θάλασσα. ν περίμεναν κι᾿ λλο, θ ʹφτανε στὸ χθρικ Σμνος μόνος του«κοστε, μες δ χρωστμε πακο στ Νόμο φο δν εμαστε πι μέλ το Σμήνους. τσι δν εναι;», επε Φλέτσερ κάπως τολμα. «Κι᾿
πειτα, ν γίνει καυγάς, θά μαστε πολ πιὸ χρήσιμοι κε παρ δ»Κι᾿ τσι πλησίασαν πετώντας π᾿ τ δυτικ κενο τ πρωινό, ο κτ σ᾿ να διπλ πρισματικὸ σχηματισμό, μ τς κρες π᾿ τς φτερογες τους σχεδν ν᾿ γγίζουν. φτασαν πάνω π᾿ τν κτ το Συμβουλίου το Σμήνους μ ταχύτατα κατν τριάντα πέντε μίλια τν ρα, μ τν ωνάθαν πικεφαλς, τν Φλέτσερ ν πετάει ρεμα στ δεξί του φτερό, κα τν ρρκο
Καλβνο ν γωνίζεται θαρραλέα ριστερά τουστερα λος σχηματισμςγειρε ργ δεξιὰ καθς τ κάθε πουλ κανε νάποδη στροφ γιὰ ν βρεθον ξαν στ διο ψος κι᾿ ἀέρας
χτυποσε πάνω τους σκληράΟ στριγγλις κα ο κρωγμο τς καθημερινς ζως στ Σμνος κόπηκαν ξαφνικά, θαρρες πς
σχηματισμς ταν να τεράστιο μαχαρι, κι᾿ χτ χιλιάδες μάτια γλάρων κοίταζανπροσηλωμένα. Τ καθένα π᾿ τ κτ πουλιάμ τ σειρά του στράφηκε πότομα πρς τὰ πάνω σ κροβατικ περιστροφ κι κανε λόκληρη βόλτα γι ν καταλήξει σχεδνκίνητο κα ν σταθε πάνω στν μμοστερα, λς κι ατ συνέβαινε κάθε μέρα, ὁ ωνάθαν Γλάρος ρχισε τν κριτική του γι τν πτήση.«Πρτ᾿ π᾿ λα», επε μ᾿ να δυσαρεστημένο χαμόγελο, «ργήσατε λοι κάπως ν πάρετε τ
θέση σας στ σχηματισμό...» Κάτι σν στραπ διαπέρασε τ Σμνος. Οἱ γλάροι ατο εναι πόβλητοι! Κα ξαναγύρισανΚι᾿ ατ δν μπορε ν συμβε! Ο προβλέψεις τοῦ Φλέτσερ γι μάχη διαλύθηκαν μέσα στὴ σύγχυση το Σμήνους.«Ναί, φυσικά, χεις δίκιο, εναι πόβλητοι», επε νας π᾿ τος νεώτερους γλάρους, «μως, τί ναι τοτο φίλε; Πο μάθανε ν πετον τσι;»Χρειάστηκε σχεδν μι ρα γι ν περάσει ἡ ντολ το Γέροντα σ᾿ λο τ Σμνος: γνοεστε τους. γλάρος πο μιλάει σ᾿ ναν πόβλητο εναι κι᾿ ατς πόβλητος. γλάρος πο
κοιτάζει ναν πόβλητο, παραβαίνει τ Νόμο το ΣμήνουςΠλάτες μ σταχτι φτερ στράφηκαν π κείνη τ στιγμ πέναντι στν ωνάθαν, κενος μως δ φάνηκε ν τ πρόσεξε. Πραγματοποίησε τς σκήσεις του κριβς πάνω π᾿ τν κτ τοῦ Συμβουλίου κα γι πρώτη φορ ρχισε ν πιέζει τος μαθητές του ς τ ρια τς κανότητάς τους. «Μάρτιν Γλάρε!», φώναξε στν λλη κρη τ᾿ ορανο. «Λς πς ξέρεις ν πετς μ χαμηλὴ ταχύτητα. Δν ξέρεις τίποτα ν δν τ ποδείξεις! ΠΕΤΑ!»Κι᾿ τσι μικρς Μάρτιν Γουίλλιαμ Γλάροςκαθς βρέθηκε πρόσμενα κάτω π τ πυρὰ το κπαιδευτ του, ξεπέρασε, κπληκτος τν αυτό του κι᾿ γινε σσος στς πτήσεις μ μικρὴ ταχύτητα. Μ τ πι παλ γέρι μποροσε νὰ κυρτώνει τ φτερά του γι ν᾿ νασηκωθε, δίχως τ παραμικρ φτερούγισμα, π᾿ τν μμο ς τὰ σύννεφα κα πίσω πάλιΜ τν διο τρόπο Τσάρλς Ρόλαντ Γλάρος πέταξε ς τν Ἀέρα το Μεγάλου Βουνο σὲ ψος εκοσι τέσσερεις χιλιάδες πόδια, κατέβηκε γαλάζιος π᾿ τν παγερ ραι τμόσφαιρα,
κπληκτος κι᾿ ετυχισμένος, ποφασισμένος νὰ πετάξει κόμα πι ψηλ τν παύριο Φλέτσερ Γλάρος, πο γαπουσε τς
κροβασίες σο κανένας λλος, πέτυχε πιτέλους τν νοδική του πτήση μ δεκαέξη ργς περιστροφς κα τν πομένη λοκλήρωσε τν πίδοσή του μ τρες τομπες μ τ φτερά του ν᾿ στράφτουν κάτασπρες λιαχτίδες πάνω σ μίαν μμουδι που κάμποσα μάτια τν κοίταζαν στ κλεφτάΚάθε ρα κα στιγμ ωνάθαν ταν κε στὸ πλευρ το κάθε μαθητ, γι ν το δείξει, γιὰ ν τν συμβουλέψει, πιέζοντάς τον περισσότερο,
καθοδηγώντας τον. Πετοσε μαζί τους διασχίζοντας τ νύχτα, τ σύννεφα κα τὴ θύελλα, κα τ χαιρόταν, ν τ Σμνος
κούρνιαζε στριμωγμένο μίζερα στ γταν τέλειωναν τς πτήσεις τους ο μαθητς ξεκουράζονταν στν μμο κα ταυτόχρονα κουγαν πι προσεχτικ τν ωνάθαν. Εχε κάτι
παλαβς δέες πο δν μποροσαν ν τς καταλάβουν, λλ εχε κι᾿ λλες σωστς πο τς καταλάβαινανΣιγ‐σιγά, μέσα στ νύχτα, νας λλος κύκλος σχηματίστηκε γύρω π᾿ τν κύκλο τν μαθητν νας κύκλος π περίεργους γλάρους ποὺ κουγαν γι ρες στ σκοτάδι, μ τν λπίδα πς δ θ βλεπαν κανένα κα δ θ τος βλεπε__ κανες κα χάνονταν πρν ξημερώσει.
να μνα μετ τν πιστροφ πρτος γλάρος το Σμήνους πέρασε τ διαχωριστικ γραμμ καὶ ζήτησε ν μάθει ν πετάει. Μ᾿ ατή του τν νέργεια Τέρενς Λόουελ Γλάρος γινε πουλ
καταδικασμένο, νομάστηκε πόβλητος· κι᾿ γινε γδοος μαθητς το ωνάθανΤν πομένη νύχτα φτασε π τ Σμνος ὁ Κρκ Μάϋναρτ Γλάρος, περπατώντας μπατάλικα στν μμο, σέρνοντας τ ριστερό του φτερό, κι πεσε ξαντλημένος στ πόδια το ωνάθαν«Βοήθησέ με» επε χνά, μιλώντας πως μιλον ο τοιμοθάνατοι. «Περισσότερο π κάθε τί λλο στν κόσμο θέλω ν πετάω...»«λα λοιπόν», επε ωνάθαν. νέβα μαζί μου μακρι π᾿ τ γ, κα θ᾿ ρχίσουμε»«Μ δν καταλαβαίνεις. Τ φτερό μου. Δν μπορ ν κουνήσω τ φτερό μου»«Μάϋναρτ Γλάρε, εσαι λεύτερος ν εσαι ὁ αυτός σου, ληθινς αυτός σου, δ καὶ τώρα, κα τίποτα δν μπορε ν σταθε στ δρόμο σου. Εναι Νόμος το Μεγάλου Γλάρου,
Νόμος πο Εναι»«Θέλεις ν πες πς μπορ ν πετάξω;».
«Λέω πς εσαι λεύτερος»τσι πλ κα γρήγορα, Κρκ Μάϋναρτ Γλάρος νοιξε τ φτερά του, δίχως κόπο, κι᾿
νασηκώθηκε στ μαρο ἀέρα τς νύχτας. Τὸ Σμνος ξύπνησε ξαφνικ μ τ φωνή του, σο πι δυνατ μποροσε ν φωνάξει, πὸ πεντακόσια πόδια ψηλά: «Μπορ ν πετάξω!
κοστε! ΜΠΟΡΩ ΝΑ ΠΕΤΑΞΩ!». Τὰ ξημερώματα ς χίλια πουλι στέκονταν ξω π᾿ τν κύκλο τν μαθητν, κοιτάζοντας περίεργα τ Μάϋναρτ. Δν τος νοιαζε ν θ τος βλεπαν χι, κι᾿ κουγαν, προσπαθώντας νὰ καταλάβουν τν ωνάθαν Γλάρο.
Μιλοσε γι πολ πλ πράγματα — πς εναι σωστ γι να γλάρο ν πετάει, πς λευτεριὰ εναι πραγματικ φύση τς παρξής του, πς ,τι ναντιώνεται σ᾿ ατ τ λευτερι πρέπει ντ πορρίπτει, κι᾿ ν κόμα εναι κάθε μορφς τύπος, προκατάληψη περιορισμός«Ν τ πορρίπτουμε», κούστηκε μι φων π᾿ τ πλθος, «κόμα κι᾿ ν εναι Νόμος το
Σμήνους;»« μόνος ληθινς νόμος εναι νόμος πο
δηγε στ λευτεριά», επε ωνάθαν. «λλος νόμος δν πάρχει»«Κα πς περιμένεις ν πετάξουμε μες πως
πετς σύ;», κούστηκε μι λλη φωνή. «σὺ εσαι ξεχωριστς κα προικισμένος κα θεϊκόςπάνω π τ᾿ λλα πουλιά».
«Κοίτα τν Φλέτσερ! τν Λόουελ! Τν ΤσάρλςΡόλαντ! τν Τζούντη Λ! Μήπως εναι κι᾿ ατοὶ ξεχωριστο κα προικισμένοι κα θεϊκοί; Δνχουν τίποτα περισσότερο π σς, δν χουν
τίποτα περισσότερο π μένα. μόνη διαφορά μόνη βασική, διαφορά, εναι πς ρχισαν νὰ καταλαβαίνουν τί πραγματικ εναι, κι᾿ ρχισαν ν ξασκονται σ᾿ ατό».Ο μαθητές του, κτς π᾿ τν Φλέτσερκουνήθηκαν μήχανα. Δν εχαν ντιληφθε πς ατ καναν ς τώρα.Τ πλθος μεγάλωνε κάθε μέρα, ρχόταν νὰ ρωτήσει, ν λατρέψει, ν χλευάσει«Λένε στ Σμνος πς ν δν εσαι Γις το διου το Μεγάλου Γλάρου», επε Φλέτσερ να πρωὶ στν ωνάθαν στερ᾿ π τς σκήσεις σὲ νώτατες Ταχύτητες, «τότε βρίσκεσαι χίλια χρόνια μπροστ π᾿ τν ποχή σου» ωνάθαν ναστέναξε. Ατ εναι τ τίμημα τς παρανόησης, σκέφτηκε. Σ ποκαλον διάβολο σ ποκαλον θεό. «σ τί λέςΦλέτσερ; Βρισκόμαστε ραγε μπροστ π᾿ τν ποχή μας;»Μακρι σιωπή. «Ν σο π, πτήσεις τέτοιου εδους ταν πάντοτε διαθέσιμες δ γι ν τς
μάθει ποιος θελε ν τς νακαλύψει· ατ δν χει σχέση μ τν ποχή μας. σως βρισκόμαστε πι μπροστ π᾿ τ μόδα. Πι μπροστ π᾿ τντρόπο πο πετονε ο περισσότεροι γλάροι».
«Ατ εναι σημαντικό», επε ωνάθαν καὶ κύλησε γι ν πετάξει γι λίγο νάποδα. «Ατὸ εναι πολ καλύτερο π᾿ τ ν βρισκόμαστε μπροστ π᾿ τν ποχή μας».Συνέβηκε μι βδομάδα μόλις ργότερα. Ὁ Φλέτσερ δίδασκε τ βασικ στοιχεα τς πτήσης μ μεγάλη ταχύτητα σ μι τάξη π νέους μαθητές. ρχιζε μόλις τν νάδυση μις κάθετης πτήσης π φτ χιλιάδες πόδια — μιὰ μακρι σταχτι γραμμ σ βολίδα, λίγους
πόντους πάνω π᾿ τν μμουδι ταν να νεαρ πουλ στν πρώτη του δοκιμ γλίστρησε στν τροχιά του καλώντας τ μητέρα του. Μὲ μόλις να δέκατο το δευτερολέπτου στ διάθεσή του γι ν᾿ ποφύγει τ νεαρό, Φλέτσερ Λντ Γλάρος κανε μι κίνηση ριστερά, μ ταχύτητα πάνω π διακόσια μίλια τν ρα, κι᾿ πεσε πάνω σ᾿ να πελώριο γρανιτένιο βράχο.
Εχε τν ασθηση πς βράχος ταν μίατεράσπα σκληρ πόρτα πο δηγοσε σ᾿ ναν λλο κόσμο. να ξέσπασμα φόβου κα ζαλάδαςκα μαυρίλας, κι᾿ στερα βρέθηκε κυβέρνητος σ᾿ να παράξενο, πολ παράξενο ορανό, μι νὰ ξεχνάει, μι ν θυμται, κα πάλι ν ξεχνάει· φοβισμένος κα μελαγχολικς κα λυπημένος... τρομερ λυπημένος φων τν πλησίασε πως τν πρώτη μέρα ποὺ συνάντησε τν ωνάθαν Λίβινγκστον Γλάρο.
«Τ κόλπο, Φλέτσερ, εναι ν προσπαθομε νὰ ξεπεράσουμε τος περιορισμούς μας μ τ σειράπομονετικά. πτήση μέσα π᾿ τ βράχο εναι κάτι πο τ ντιμετωπίζουμε λίγο ργότερα στ
πρόγραμμά μας»«ωνάθαν!»«Γνωστς κα ς Γις το Μεγάλου Γλάρου», ὁ κπαιδευτής το επε ξερά«Ματ κάνεις δ; Τ βράχια! Δν εμαι... δέν... πέθανα»« ! Φλέτς, λα τώρα. Σκέψου. ν μο μιλς ατ τ στιγμή, τότε εναι φανερ πς δνπέθανες· τσι δν εναι; Ατ πο κατόρθωσες νὰ κάνεις ταν ν᾿ λλάξεις κάπως πότομα τὸ πίπεδο τς συνείδησής σου. Τώρα θ διαλέξεις σύ. Μπορες ν παραμείνεις δ κα ν μάθεις σ᾿ ατ τ πίπεδο ‐ πο εναι ρκετ ψηλότεροδ πο τ λέμε, π᾿ τ πίπεδο πο φησες ‐ ἢ μπορες ν γυρίσεις πίσω κα ν ξακολουθήσεις ν δουλεύεις μ τ Σμνος. Ο Γέροντες λπιζαν πς θ συνέβαινε κάποια καταστροφ καὶ ξαφνιάστηκαν πο τος ξυπηρέτησες τόσοεκολα».
«Θέλω ν γυρίσω πίσω στ Σμνος, φυσικάΜόλις ρχισα μ τν καινούργια μάδα!»«Πολ καλά, Φλέτσερ. Θυμσαι τί λέγαμε γι τὸ σμα μας, πο δν εναι παρ δια σκέψη...;».
Φλέτσερ τίναξε τ κεφάλι του κι᾿ πλωσε  φτερά του κι᾿ νοιξε τ μάτια του κε στ βάση το βράχου, καταμεσς σ᾿ λο τ συγκεντρωμένο Σμνος. κούστηκε μία μεγάλη χλαλο π
κρωγμος κα στριγγλις το πλήθους μόλις κουνήθηκε«Εναι ζωντανός! Ατς πο ταν νεκρς ζε!» «Τν γγιξε μ τν κρη τς φτερούγας του! Τὸ φερε πίσω στ ζωή! Γις το Μεγάλου
Γλάρου!»«χι! Τ ρνιέται! Εναι διάβολος! ΔΙΑΒΟΛΟΣ!
ρθε ν διαλύσει τ Σμνος!»ταν τέσσερεις χιλιάδες γλάροι στ πλθοςφοβισμένοι π᾿ ,τι εχε συμβε κα κραυγὴ «ΔΙΑΒΟΛΟΣ» πέρασε μπροστά τους πως ὁ νεμος στ φουρτουνιασμένο κεανό. Μάτια παγερά, ράμφη κοφτεράπλησίαζαν γι νὰ καταστρέψουν.«Θ ασθανόσουν καλύτερα, ν φεύγαμεΦλέτσερ;», ρώτησε ωνάθαν«Μ τν λήθεια, δν θά χα ντίρρηση...»Τν δια στιγμ βρέθηκαν ν στέκωνται μαζὶ μισ μίλι μακριά, κα τ᾿ στραφτερ ράμφη το
χλου κλεισαν τ κενό. «Γιατί ραγε», ναρωτήθηκε γεμάτος πορία  ωνάθαν, «τ πι δύσκολο πργμα στν κόσμο
εναι ν πείσεις να πουλ πς εναι λεύτερο, καὶ πς μπορε ν τ᾿ ποδείξει μόνο του ν σκηθεῖ γι λίγο; Γιατί πρέπει νά ναι τόσο δύσκολο;» Φλέτσερ παιζε κόμα τ μάτια π᾿ τν
ξαφνικ λλαγ το τοπίου«Τί κανες τώρα μόλις; Πςφτάσαμ᾿ δ;».«Επες πς θελες ν ξεφύγεις π᾿ τν χλο,χι;».«Ναί! μως πς κατάφερες...».«πως κάθετι λλο, Φλέτσερ. Μ τν σκηση».ς τ ξημέρωμα τ Σμνος εχε ξεχάσει τν παραφροσύνη του, χι μως κι Φλέτσερ«ωνάθαν, θυμσαι τί επες πρν π καιρό, ν᾿ γαπμε τ Σμνος τόσο στε ν γυρνμε πίσω γι ν τ βοηθήσουμε ν μάθει;»
«Βέβαια»«Δν μπορ ν καταλάβω πς κατορθώνεις ν᾿
γαπς ναν χλο π πουλι ποὺ προσπάθησαν πρν π λίγο ν σ σκοτώσουν»«! Φλέτς, δν τ᾿ γαπς ατό! Δν γαπς,
φυσικά, τ μσος κα τν κακία. Πρέπει ν᾿ σκηθες κα νὰ βλέπεις τν πραγματικ γλάρο τν καλοσύνη μέσα στν καθένα τους, κα νὰ τος βοηθήσεις ν τν δον κι ο διοι. Ατὸ ννο ταν λέω γάπη. Εναι μεγάλο κέφι, ταν βρες τ κόλπο γι ν τ πετύχεις.» Θυμμαι, λόγου χάρη, να γριο νέο πουλί, τὸ λέγαν Φλέτσερ Λντ Γλάρο. Εχε μόλις γίνει πόβλητος, τοιμος ν πολεμήσει τ Σμνος ς τ θάνατο, ξεκινώντας ν χτίσει τ δικιά του πικρ κόλαση μακρι στος Πέρα Βράχους. καὶ νά, σήμερα χτίζει, ντίθετα, τ δικό του παράδεισο κα καθοδηγε λόκληρο τ Σμνος σ᾿ ατ τν κατεύθυνση» Φλέτσερ στράφηκε στν κπαιδευτή του καὶ γι μι στιγμ φάνηκε τρόμος στ μάτι του.
«γ ν καθοδηγ; Τί θς ν πες γ νκαθοδηγ; κπαιδευτς εσαι σύ. Δν θὰ μποροσες ν φύγεις!».
«Δ θ μποροσα; Δ νομίζεις πς σως πάρχουν λλα σμήνη, λλοι Φλέτσερ, ποὺ χρειάζονται ναν κπαιδευτ περισσότερο π᾿ σο τοτο τ Σμνος πο βρίσκεται κιόλας στδρόμο του πρς τ Φς;».«γώ; Μ ων, γ εμαι νας κοινς γλάρος κα
σ εσαι...».«... μόνος Γις το Μεγάλου Γλάρου, ποθέτω;» ωνάθαν ναστέναξε κα κοίταξε πέρα στθάλασσα. «Δ μ χρειάζεσαι λλο πιάΧρειάζεται ν ξακολουθες ν᾿ ποκαλύπτεις τν αυτό σου, λίγο παραπάνω κάθε μέρα, κενον
τν ληθινό, τν περιόριστο Φλέτσερ Γλάρο.κενος εναι κπαιδευτής σου. Πρέπει ν τν καταλαβαίνεις κα ν᾿ σκεσαι μ᾿ ατόν».Μι στιγμ ργότερα τ σμα το ωνάθαν κυμάτιζε στν ἀέρα, σπρογυάλιζε κι ρχισε νὰ γίνεται διάφανο. «Μν τος φήσεις νὰ διαδίδουν κουτς φμες γι μένα, ν μ κάνουν θεό, Σύμφωνοι Φλέτς; Εμαι γλάρος. Μ᾿ ρέσει ν πετάω, σως...»«ΙΩΝΑΘΑΝ!»«Καημένε Φλέτς. Μ πιστεύεις ,τι λένε τ μάτια σου. Δείχνουν μόνο τος περιορισμούς. Νὰ κοιτάζεις τν κατανόησή σου, ν᾿ νακαλύπτεις ,τι γνωρίζεις δη, κα θ δες πς πρέπει νὰ πετς»Τ σπρογυάλισμα σταμάτησε. ωνάθαν
Γλάρος εχε ξαφανιστε στν ἀέραστερα π λίγο, Φλέτσερ Γλάρος σύρθηκε στν οραν κα στάθηκε πέναντι σ μιὰ ντελς καινούργια μάδα μαθητές, ποὺ νυπομονοσαν γι τ πρτο τους μάθημα«Πρώτ᾿ π᾿ λα», επε βαριά, «πρέπει ν
καταλάβετε πς νας γλάρος εναι μία περιόριστη δέα τς λευτερις, να μοίωμα τοῦ Μεγάλου Γλάρου κι λο σας τ σμα, π᾿ τν κρη τς μις φτερούγας σας στν λλη, δνεναι παρ δια σας σκέψη»Ο νεαρο γλάροι τν κοίταξαν ερωνικά. Τί μας λέει, σκέφτηκαν, ατ δν εναι κανόνας κροβασίας Φλέτσερ ναστέναξε κα ξανάρχισε. «Χμ! !,..
πολ καλά», επε κα τος κοίταξε μ αστηρὸ μάτι. «ς ρχίσουμε μ πτήσεις σταθεροῦ ψους». Κα καθς τό λεγε, κατάλαβε μονομις πς φίλος του μ πόλυτη ελικρίνεια δν ταν πι θεϊκς π τν διο τν Φλέτσερ«Δίχως περιορισμούς, ωνάθαν;» σκέφτηκε«Τότε λοιπν δν πέχει πολ καιρς ταν θὰ φανερωθ μέσ᾿ π᾿ τν ἀέρα στ δ ι κ ι ά σ ο υ
παραλία, ν σο δείξω να δυ πράγματα γι τς πτήσεις»Καὶ μολονότι προσπάθησε ν φανε αστηρς στος μαθητές του, Φλέτσερ Γλάρος τος εδε ξαφνικ λους πως πραγματικ ταν, γι μιὰ μόνο στιγμή, κι χι μόνο του ρεσε λλὰ γαποσε ατ πο εδε. «Δίχως περιορισμούςωνάθαν;» σκέφτηκε καὶ χαμογέλασε. Τ δικό του κυνήγι τς μάθησης εχε ρχίσει.

Δεν υπάρχουν σχόλια: